Новогреческий словарь
σαρξ
σαρξ
плоть
;
===
~ εκ τής σαρκός μου — [phrase]плоть от плоти моей[/phrase]
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как на
(ново)греческом
будет слово
плоть
? —
σαρξ
как с
(ново)греческого
переводится слово
σαρξ
? — плоть
#
(ново)греческий словарь
—
ξεγνοιασμένος
—
ακαλλιεργησία
—
ρυπαρογράφος
—
ψυχεδελικός
—
ηττώμαι
—
δουλευταράς
—
μπάφιασμα
—
επανειλημμένα
—
σπασμώδης
—
ωραιοποίηση
—
αβοκαντόσουπα
—
ορφάνεμα
—
σταλίκι
—
κεράτιο
—
επανεπίχωση
—
φαφλατάρισμα
—
αναπτυξιακός
—
επιμνημόσυνος
—
προάστειο
—
βουλώνω
—
αρτιώνω
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве