|
η мирт, миртовое дерево #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово мирт? — μυρσίνη как на (ново)греческом будет слово миртовое дерево? — μυρσίνη как с (ново)греческого переводится слово μυρσίνη? — мирт, миртовое дерево — απούλητος — τσατσά — διατείνομαι — παρακμάζων — γλυκοτραγουδισμένος — τιάρα — τρίμερος — ακτινοδέσμη — αινιγματικότητα — άφραγος — άστρεχτος — νηπιοκτονία — λουλάς — ασπατάλητος — καταδολιεύομαι — ηθικοποίηση — ραδιοδιευθυνόμενος — ομορφοκορη — άφτιαχτος — στομαχόπονο — Σεπτέμβριος |
|||