|
η сикомора (дерево) #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово сикомора? — συκομορέα как с (ново)греческого переводится слово συκομορέα? — сикомора — σητόβρωτος — κουλουριαστός — αυτοαναίρεση — παραπονιέμαι — στραμπουλιξά — μετριοφρόνως — δεσποτικώς — χυλόπιττα — αλλάζω — ζευτό — μνήμη — εξυπνότερος — σαγρές — άσκημος — αναρριχτά — μεσοκάρπιος — ιδιοσύστατος — εισορμίζω — κλέος — θολόσταχτο — στροβίλισμα |
|||