|
#(ново)греческий словарь как с (ново)греческого переводится слово χειρούργος? — — μεταφέρνω — αμαξοπηγείο — εδωκάτω — ερμάτιση — αναδέχομαι — προδρομικός — ζευκτός — τυροπώλης — γράφονομία — ευλογητής — οδηγητικός — γλουτίνη — αφραγκιά — μαρκαρίζω — εναλλάσσομαι — δουλοπρεπής — δευτεραίος — συνέχω — φανέστρα — αναγλυτσάζω — βουργάρικα |
|||