|
η удар плашмя #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово удар плашмя? — διπλαριά как с (ново)греческого переводится слово διπλαριά? — удар плашмя — υπότροπος — — χρύσωμα — υποκατανάλωση — ζαχαροπλαστική — αποδόμηση — εκβιομηχανίζω — λουλακί — αρίφνητος — αστρύμωχτος — πανευτυχής — μαγική — απόμωρος — διάσχιση — καμώνομαι — κατακεκλιμένος — υπόταση — σόφισμα — έμαθα — λιγώνομαι — κλητεύω |
|||