|
η коллекционер марок, филателистка #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово коллекционер марок? — γραμματοσημοσυλλέκτρια как на (ново)греческом будет слово филателистка? — γραμματοσημοσυλλέκτρια как с (ново)греческого переводится слово γραμματοσημοσυλλέκτρια? — коллекционер марок, филателистка — καλαμωτό — αναρμονικός — γιατροπόρεμα — ανακριβολογώ — καταβρόχθιση — φυτευτός — αλανιάζω — κοταμετρητό — στραβάδα — ταμπεραμέντο — λαγαρίζω — διατείνω — παιδομάζωμα — ψευτοκουλτουριάρα — μπαταξού — αναπλαστικός — δωματιάκι — ούρλιασμα — δεντροκοπώ — συγκατάνευση — φεγγίτης |
|||