|
грязный #(ново)греческий словарь как с (ново)греческого переводится слово βρόμικος? — — σαραντάρι — απογεμίζω — κρητικιός — περιφρούρηση — δύσπνοια — υπαινικτικός — ξεδοντιάρης — δύσκαμπτος — ποταμόκολπος — τουρκόγυφτος — χοχλακίζω — δασονόμος — άνασσα — περιττολόγος — ξιπασιά — κινδυνολογία — φαγωμένος — χαλικοστρώνω — απλάγιαστος — προσκαλώ — ηχώ |
|||