|
#(ново)греческий словарь как с (ново)греческого переводится слово Θεοδώρα? — — ασελίδωτος — μελισσοτροφικός — καλπάζω — αγογγυσίς — χουβαρντόπαιδο — συναλοιφή — Π — ατομοκρατία — όρθρος — εκφράττω — αγελαίος — σοφολογιώτατος — έξις — ισχυροποιώ — πεντάγραμμο — αλεπούδι — γρουσούζης — επινόηση — αμμωνιακός — παρθενιά — χαλυβικός |
|||