|
#(ново)греческий словарь как с (ново)греческого переводится слово τετράδυμος? — — αρχαιοπωλείο — κεφαλαίο — βρωμίζω — ψιλοκόβω — αγγειοπλάστης — αλάβαστρο — πολυκαιρία — διάργυρος — διαπυίσκομαι — ανθρωπίζω — θελκτικός — σακάτης — ανευλαβώς — αναστυλώνω — φριχτός — μούσκλο — καταπώς — δίπρακτος — καλοβλέπω — δωδεκαετία — ευπρεπίζω |
|||