Новогреческий словарь
εξάχρονο
εξάχρονο
το
шестилетний период
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как на
(ново)греческом
будет слово
шестилетний период
? —
εξάχρονο
как с
(ново)греческого
переводится слово
εξάχρονο
? — шестилетний период
#
(ново)греческий словарь
—
μυοπάθεια
—
χριστουγεννιάτικος
—
ατσούγκριστος
—
κακορρίζικος
—
ερημόνησος
—
εργοστασιάρχης
—
Μαύρος
—
κατρακύλημα
—
κοκκινέλλη
—
υπαρξιστής
—
ποδηλάτισσα
—
χλωροτύρι
—
αγωνιώ
—
χωρατατζής
—
τύφλαμάρα
—
σκυλολόι
—
απόσταξη
—
δωδεκαωρία
—
φρυγανίζω
—
βαθρακομάτης
—
ανίκητος
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве