Новогреческий словарь
δυσερεύνητος
δυσερεύνητ|ος
с трудом поддающийся исследованию
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как на
(ново)греческом
будет слово
с трудом поддающийся исследованию
? —
δυσερεύνητος
как с
(ново)греческого
переводится слово
δυσερεύνητος
? — с трудом поддающийся исследованию
#
(ново)греческий словарь
—
αποτείνω
—
ανεφοδιασμός
—
απομεσήμερα
—
απαγγέλνω
—
εμπορομπακάλης
—
δεινοπάθημα
—
αργοζυγιάζω
—
φρενοβλαβής
—
ερμάρι
—
απάνθρωπος
—
φκιασίδωμα
—
μέρεμα
—
αποστασιοποιούμαι
—
ξεδίψασμα
—
καναρίνι
—
πλατανόφυλλο
—
αμετακόμιστος
—
υγροσχαστικός
—
ανάρριμμα
—
τιμόνι
—
δαρβινισμός
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
латышский словарь
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,