θερμοηλεκτρισμός

формы словаβ
θερμοηλεκτρισμός
ο термоэлектричество



#(ново)греческий словарь



как на (ново)греческом будет слово термоэлектричество? — θερμοηλεκτρισμός
как с (ново)греческого переводится слово θερμοηλεκτρισμός? — термоэлектричество


αδεκάτιστοςαρριβιστικόςμπερντέςστεατοκήριοελεεινώςακατάπαυστοςγκαγκάβανεφελόμετροβιλαέτιανεπαίνετοςστρατάπρύμηλύτραριψοκινδυνεύωπαραβάλλομαιφυλλομετρητής ιστοσελίδωνπίπερμανπροέλευσηλουστράρωποδιάνεοβιταλισμός




        греческий словарь 2009-2016 © Разработка и поддержка сайта - LingvoKit