|
ο переселение; перемена места жительства #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово переселение? — μετοικισμός как на (ново)греческом будет слово перемена места жительства? — μετοικισμός как с (ново)греческого переводится слово μετοικισμός? — переселение, перемена места жительства — παλαιοντολόγος — μεσουράνημα — αναπλειστηριασμός — ονοματοθετώ — μονοτάξιος — χορομανής — ξομολογιούμαι — βρεχτός — τηλέφωνο — μπαλαούρος — επίλυση — συγχώρηση — ασάλευτος — ξεκαλουπώνω — αιμόφυρτος — κλιματολογία — νομισματολογικά — συνυπαίτιος — επίκοινος — κεφαλαιουχικός — ακτίς |
|||