|
засеянный пшеницей #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово засеянный пшеницей? — σιτόσπαρτος как с (ново)греческого переводится слово σιτόσπαρτος? — засеянный пшеницей — βάναυσα — εικονικότητα — ακάμωτος — αγαλβάνιστος — παράτυπα — αγγελογραμμένος — γιατρίνα — φαρμπαλάς — αλειχήνα — ματοτσίνορο — υποχονδρία — αυτοδύναμα — βαμβακέλαιο — απροικος — παλιόδρομος — αμαξάρα — ασκάθαρος — συλλαβογραφία — εξακοσιοστός — ανακρυστάλλωση — σύρραξη |
|||