|
η поставщица; #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово поставщица? — αναχορηγήτρια как с (ново)греческого переводится слово αναχορηγήτρια? — поставщица — τεχνοτροπία — τροχήλατος — χρηματοδότηση — απότριψη — θεολογώ — μενεξεδένιος — ενημερώνω — όσο — αρτοπώλης — εννεαπλασιασμός — εσωτερικώς — απόκοττος — ελικοκίνητος — πειθαναγκάζω — απαστριά — φουστίτσα — προβοδίζω — φυσούνα — ρώσικα — απαρχαιωνούμαι — τσογλάνι |
|||