|
#(ново)греческий словарь как с (ново)греческого переводится слово ξελαγαρισμένος? — — πέταγμα — ανάχλι — μπελαλής — σημειωτέος — αιματοκυλώ — παρατονία — ύφανση — αναπόδιαση — χημείο — μαλακός — πρόστεγο — αμόχθητος — ραδιοθεραπεία — αράχνιασμα — ζωοχημικός — ξυλουργώ — μερτικό — διαγωνιστής — πυκνοκατωκημένος — φλογοβόλο — καπίστρι |
|||