|
праздничный #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово праздничный? — γιορτιαστικός как с (ново)греческого переводится слово γιορτιαστικός? — праздничный — χαχαμίκος — ξανοιχτός — άναρθρος — χωροταξικά — αγρεύσιμος — κηδεμονικός — σηροτροφικός — κακοβλέπω — στερεωμένα! — προνομή — ανάφαλο — ελαττώνω — καπνόφυλλο — λεπτολογία — φανέστρα — ανακαταγραφή — λακίζω — αναμετρούμαι — ξανθομαλλού — αναβόλι — ευχώνευτος |
|||