σερβιτόρα

формы словаβ
σερβιτόρα
η официантка



#(ново)греческий словарь



как на (ново)греческом будет слово официантка? — σερβιτόρα
как с (ново)греческого переводится слово σερβιτόρα? — официантка


δαφνόφυλλογλυφίζωφυλογένεσηδολομιτικόςσχεδιάστριαδέλετρονβουτσάδικοτρίμεροςμουσσώνυποκινώμαραζιάρικοςαρόδουπρογραφήπιπερίζωινδόρνιςσπιθηρίζωκεντίζωμπόρτζιξεκαπίστρωμαολοκληρωτισμόςβράσιμο




        греческий словарь 2009-2016 © Разработка и поддержка сайта - LingvoKit