|
1) который; 2) какой #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово который? — οποίος как на (ново)греческом будет слово какой? — οποίος как с (ново)греческого переводится слово οποίος? — который, какой — τάνυση — προσανατολισμένος — θαυματουργώ — νιχιλισμός — γαβαθιάρισσα — ευυπόληπτος — σπέρματοδόχος — βραδύπλους — ακυριολεκτώ — βεγγέρα — προγύμνασμα — ανυπόφερτος — έγκλειστος — πισσόχαρτο — ψυχορραγώ — διατάκτης — ψήφιση — σαμάρωμα — άστεπτος — αναξιωσύνη — γιορτινά |
|||