|
избалованный #(ново)греческий словарь как с (ново)греческого переводится слово παραχαϊδεμένος? — — αναντικατάστατος — αντιαεροπλοϊκός — σκληρόκαρδος — αιμομίκτρια — εξοργισμός — επεπλάκην — γιούλης — θρομβεκτομή — σιτώ — έγγειος — προθήκη — αποκτηνωμένος — σταθεροποιούμαι — τζαζ — βωλοστροφω — αφορμίζω — πρωϊνός — αστραφτερός — ζεύω — σπορέλαιο — σαβουρογάμης |
|||