|
кареглазый #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово кареглазый? — καστανομάτης как с (ново)греческого переводится слово καστανομάτης? — кареглазый — καλοκαιρινός — αψιλία — τεσσερισήμισι — ακροβατώ — πολυδύναμος — αστίατρος — ακόλουθος — ξινοστάφυλο — δημοφιλής — πανέμορφος — φορτηγήσιος — λουλουδάς — ορμήνεια — ριπίδιον — ευσυγκίνητος — θαμπωτικός — αναδρομάρης — πεύκο — συμφιλιωτικά — επιβαρύνω — διασταυρούμαι |
|||