|
ο филателист #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово филателист? — φιλοτελιστής как с (ново)греческого переводится слово φιλοτελιστής? — филателист — τείνω — εμπειροτεχνία — γκιζεράω — ενοικιοστάσιο — αναπαυτικός — ισομερισμός — μπουκάρω — καλομεταχειρίζομαι — κεραυνόβλητος — αλισβερίσι — ψιχαλιστά — ενοφθαλμισμός — Βουλγαρία — ανυπόκριτος — σακχαρούχος — αγιαστήρι — στωϊκεύομαι — αλβανόφιλος — καθόλου — υπομίσθιος — στηθάτος |
|||