|
το тысяча стремм (мера земли) #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово тысяча стремм? — χιλιόστρεμμα как с (ново)греческого переводится слово χιλιόστρεμμα? — тысяча стремм — βυσσινύ — δυσθεάτος — προγραμματισμένος — αποσκορακίζω — λουλακάτος — εκκαυματίζω — αψινθίτης — τρισεγγόνη — κυρίευση — λαχανόζουμο — Ρωσίδα — ανάμελος — συνομιλητής — ψαχουλευτά — απειλούμαι — ξεμωραίνομαι — λιβανιστής — ακαβάλλιστος — ανήλιαγος — τεμαχισμός — μαραγκούδικος |
|||