|
#(ново)греческий словарь как с (ново)греческого переводится слово ποιμαίνω? — — παραμπαίνω — τραγοπόδαρος — συμπόνια — χαζός — απόγονος — βάρδα — ξαναζήσιμο — απεράτωτος — βατραχάνθρωπος — καστανάς — απασπάτευτος — συμπίληση — πέλμα — κουρεματάκι — καρδιογνώστης — αποκάνω — καλώδιο — φαγοκύτταρο — συμπεριληπτικός — αφρούρητος — δελφινιέρα |
|||