|
#(ново)греческий словарь как с (ново)греческого переводится слово αλκοολομέτρηση? — — τρίβω — χρυσοχοΐα — λιγόυπνος — μεφιστοφελικός — παραδοξολόγος — λήσταρχίνα — γρίιτσα — φέστα — συγκομιδή — ανοσήλευτος — βενζινοπώλισσα — Φράγκα — πολυζωία — απάτωρ — μαντζουράνα — πλουτολογικός — μυκτήρ — γεωπόνος — ακατάλληλος — κρυοπάγημα — μετεκπαιδεύομαι |
|||