Новогреческий словарь
τουρκοπούλα
τουρκοπούλα
η 1)
девушка-турчанка
;
2)
сорт винограда
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как на
(ново)греческом
будет слово
девушка-турчанка
? —
τουρκοπούλα
как на
(ново)греческом
будет слово
сорт винограда
? —
τουρκοπούλα
как с
(ново)греческого
переводится слово
τουρκοπούλα
? — девушка-турчанка, сорт винограда
#
(ново)греческий словарь
—
αμερικανισμός
—
βιτριολικός
—
ημίπαχος
—
οξειδώσιμος
—
πάπας
—
αιθερόδρομα
—
ξανάστροφα
—
αβούλιαχτος
—
γομαλάκκα
—
αγγελιαφόρος
—
καθηκόντως
—
τριγυρίστρα
—
ακαυτηρίαστος
—
κοκαλώνω
—
τροχοπεδιλοδρομώ
—
τρυγάω
—
δίφωνος
—
αρρόγιαστος
—
βολβικός
—
συγκαιριανός
—
σύννεφο
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве