|
#(ново)греческий словарь как с (ново)греческого переводится слово ρητορικότητα? — — στυγερός — ασημικά — έλικας — κλωστοϋφαντουργική — φωτογραφικός — αχρύσωτος — γράψιμο — αστρίμωχτος — κυστίδιο — μίζα — υαλοθέτης — υπολογιστής — πρόσω — καρίνα — τραχανάς — χώρα — άπυκνος — αντίμαχος — πολύωρος — επίκλειστρον — πασάς |
|||