|
η кристаллография #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово кристаллография? — κρυσταλλογραφία как с (ново)греческого переводится слово κρυσταλλογραφία? — кристаллография — συναριθμώ — αθανασία — επισωρευτικός — απόκρουση — δοντιά — συννεφιαστός — καμπαρντίνα — ραδιογωνιόμετρο — κοτζάμπασης — άπνοια — επεξεργαστικός — παλληκαρωσύνη — γκεζερζω — έτεκον — ματά — πνευμονολογικός — καλυτερεύω — πεσσιμισμός — υπογραμμός — υπόβλημα — αρμέγω |
|||