Новогреческий словарь
αποκρεμαστός
αποκρεμαστός
подвешенный
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как на
(ново)греческом
будет слово
подвешенный
? —
αποκρεμαστός
как с
(ново)греческого
переводится слово
αποκρεμαστός
? — подвешенный
#
(ново)греческий словарь
—
ξεψειρίζω
—
αντιστρατιωτικός
—
ψειραλοιφή
—
υπαρχηγός
—
ανθόκλαδο
—
απτόητος
—
μισαλλοδοξία
—
αργότερο
—
ναυπηγία
—
σιταρήθρα
—
καλόβραστος
—
λιμοκτονώ
—
κακογραμμένος
—
κρεολός
—
διπλόσημος
—
διμηνίτης
—
υποστρέφω
—
πεντηκονταετία
—
μακροπαράληκτος
—
ωφελιμοκρατία
—
δεκαεξαετής
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве