|
#(ново)греческий словарь как с (ново)греческого переводится слово καυλίμπας? — — φιλύποπτος — ξεζώνω — μεσημεριάτικα — δίκυρτος — εκλειπτικός — σκλήρωση — ανάξιος — οδοντωτός — φυτίστρα — μάτιασμα — παραξηλώνoμαι — διεστώς — κοκκάλα — αποκτιέμαι — καπότο — χορικό — ακαταλαβίστικος — αμυντικότητα — διαμαρτυρόμενη — παραλήπτης — αμυγδαλόπιττα |
|||