Новогреческий словарь
βαλάντιο
βαλάντιο
το
кошелёк
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как на
(ново)греческом
будет слово
кошелёк
? —
βαλάντιο
как с
(ново)греческого
переводится слово
βαλάντιο
? — кошелёк
#
(ново)греческий словарь
—
βουκολικός
—
αποκόμιση
—
νεκρόπολη
—
κστεύθυνση
—
πιστώνω
—
γίνομαι
—
αηδονολάλημα
—
αγγελόκορμος
—
λευκοφόρα
—
έμμισθος
—
ρεμπούμπλικο
—
τριτοβάθμιος
—
συλλέκτρια
—
πυλώνας
—
εξαΰλωση
—
γαγγραίνωσις
—
φορτιστής
—
κατασπαταλώμαι
—
δροσό
—
συμποσούμαι
—
αιμοπορφυρίνη
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве