Новогреческий словарь
ταξίμετρο
ταξίμετρο
το
таксометр, счётчик
(такси)
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как на
(ново)греческом
будет слово
таксометр
? —
ταξίμετρο
как на
(ново)греческом
будет слово
счётчик
? —
ταξίμετρο
как с
(ново)греческого
переводится слово
ταξίμετρο
? — таксометр, счётчик
#
(ново)греческий словарь
—
εναντιόμορφος
—
κομπάρσος
—
γαλίφισσα
—
χρησμοδότης
—
αντισταθμισμένος
—
εφαρμοστός
—
αξαρμάτωτος
—
μαγνολία
—
αναπόδραστα
—
εξελκούμαι
—
ανεμψύχωτος
—
μελισσοτροφείο
—
κουτσομπόλα
—
διλετταντισμός
—
συνήθειο
—
σείνω
—
καμουφλαρισμένος
—
μπάμια
—
ψηκτροποιός
—
αδαμάλιστος
—
ποδαρικό
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве