|
το посещаемость, веб-трафик #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово посещаемость? — επισκεψιμότητα как на (ново)греческом будет слово веб-трафик? — επισκεψιμότητα как с (ново)греческого переводится слово επισκεψιμότητα? — посещаемость, веб-трафик — δυστροπία — έκτρωση — εντομοφάγος — ηλιάζομαι — ουζερί — πρωτύτερος — πολυτοκία — Γαλαξίας — μεταξοβάμβακος — γωνιογνώμωνας — σπλαγχνίζομαι — εξωραϊσμός — προσαύξηση — εκγαλλισμός — ζαχαροπλαστικός — βαθουλός — κατηγορηματικός — αυτοεπίγνωση — απισχνώ — καλοπερνώ — κηδεμονία |
|||