|
#(ново)греческий словарь как с (ново)греческого переводится слово ανενεργοποιώ? — — τσίτι — εκνευρίζομαι — πετρογραφία — πονηρεύω — καμπάνια — εγχρίω — Καίσαρ — βαλσάκι — ξυλοτόμος — ολοσκόρπιστος — αργύριον — απαντώ — δυσλογία — εξοδικός — ίσχνεμα — ζοφώδης — πικραίνω — ελευθεροκοινωνία — ναυλάριθμος — νευρείλημα — Φεβρουάλια |
|||