Новогреческий словарь
αποκατιανός
αποκατιανός
1)
нижний
;
2)
низший
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как на
(ново)греческом
будет слово
нижний
? —
αποκατιανός
как на
(ново)греческом
будет слово
низший
? —
αποκατιανός
как с
(ново)греческого
переводится слово
αποκατιανός
? — нижний, низший
#
(ново)греческий словарь
—
αντιφεμινιστικός
—
συνομιλώ
—
ξεμαυλιστής
—
υπολαμβάνω
—
σταθμογράφος
—
οπτασία
—
κιρροειδής
—
μπαταξής
—
πενηντάχρονη
—
αμανές
—
γερανοφόρος
—
πιτυρίδα
—
νταραβέρι
—
λιμενεργάτης
—
αυτόφωρο
—
αυτοκαλούμαι
—
λεμφοσάρκωμα
—
υπόθεμα
—
επισυνέβην
—
ενδέκκριση
—
σαμαρώνω
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве