|
η переполнение #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово переполнение? — υπερπλήρωσις как с (ново)греческого переводится слово υπερπλήρωσις? — переполнение — λυράκι — συνοφρύωση — κατακαλόκαιρα — δορστοφόρος — ξυλάρμενος — ψευδαισθητικός — δεκάμηνος — νοικοκυρεμένος — αιμορροώ — πτωχικός — αναγυρίδα — αλεπόγουνα — γαλαξίνα — μαζαλίζω — μπαταλεύω — αρέσκω — βρωμιάρικος — νά — λαρυγγοπληξία — φαραώ — εξαπλασιάζω |
|||