|
#(ново)греческий словарь как с (ново)греческого переводится слово ιδιωματισμός? — — μπλουγούρι — στράτευμα — ορολογικός — αιδοιολείκτης — ενυπνίαση — περιτείχιση — φυτοκόμος — ραχούλα — ακροπατώ — βαλλιπέδιον — πενηντάρα — αλατωρυχείο — καβαλητός — βοηθητικά — δαγκάνω — ριζόγαλο — ελευθεριότητα — ρητινικός — γιανιάζω — γιαίνω — ομόγνωμος |
|||