|
#(ново)греческий словарь как с (ново)греческого переводится слово σεληνοτροπισμός? — — ημικατεστραμμένος — ακατοχύρωτος — τριτάρικος — ελλογιμότης — υδροπέπων — μεθόριος — κολνω — μακροχρονιότητα — δικηγορώ — χουχούλιασμα — σουδάρι — καύμα — εριουργός — πυρπολητής — συμφιλιώνω — ασχημομούρικος — αδόλωτος — πρόχωμα — λύπηση — φρύανο — επιχαλικώνω |
|||