|
το фонометр #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово фонометр? — φωνόμετρο как с (ново)греческого переводится слово φωνόμετρο? — фонометр — χορταριασμός — επαμφοτερής — απομάκρυνση — αντίρραβδο — ακτινίδιο — κουρά — αλατόπετρα — ανυπακοή — στεγανόποδα — στητός — κιγκλίδωμα — οινοπαραγωγή — ηλεκτροπαραγωγή — χειροθετώ — αιγυπτιολογία — πλημμελώς — λαδί — λαχάνιασμα — τάπιρος — ψυχολογικός — χτίκιασμα |
|||