|
η 1) виселица; 2) повешение #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово виселица? — κρεμάλα как на (ново)греческом будет слово повешение? — κρεμάλα как с (ново)греческого переводится слово κρεμάλα? — виселица, повешение — ρόμπα — απροσκάλεστος — κουλοχέρης — ελαφοπόδαρος — αναβίωση — χονδρίλλη — υπερτίμηση — ασφάλιον — μισθοδοτικός — τοποθεσία — κανταδίτσα — λαγοοδίζω — προσηνής — καλλιεργημένος — λάρυγγας — πριονοταινία — μούργα — εύπεπτος — ανέκρωτος — γυναικοθέμι — φτερουγητό |
|||