|
бородатый #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово бородатый? — γενειοφόρος как с (ново)греческого переводится слово γενειοφόρος? — бородатый — πιστολίζω — ζουμάτος — αναφαντός — Κρεμλίνο — σταυροδρόμι — ασκληραγώγητος — λάσπη — πολυεδρικός — μουρμούρισμα — ακοιμησιά — χουζούρι — τραγάνισμα — μπατηρίζω — θαλασσινόσουπα — ατμόσφυρα — αναδίπλωσις — αμβλύνω — υποθήκη — ξεναγούμενος — γαβαθουλός — σμηνίτισσα |
|||