|
#(ново)греческий словарь как с (ново)греческого переводится слово ενοφθαλμία? — — συνεχόμενος — απροσπέλαστος — λιγούρης — κανναβίσιος — ασπρόκωλος — ορείχαλκος — παπαρδέλας — παρακοιμάμαι — ασπαραγγιά — νεροκράτης — σαμπάνι — εκφύω — ιεροκρύφιος — εξομαλίζω — αμούδιαστος — συσταχώνω — είσαστε — γιαρένης — τρεμουλιαστός — συνεχώς — μισανοιγμένος |
|||