|
το грам. суффикс #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово суффикс? — πρόσφυμα как с (ново)греческого переводится слово πρόσφυμα? — суффикс — αυτομουντζώνομαι — επανήλθον — περδικήσιος — κτηνασφάλιση — αξιοκατάκριτος — ντύνω — βενζινομηχανή — σταχολόγημα — αναρχούμενος — αλμυρόγεως — φωτοχρωμία — κλεφτοκοττάς — γέλοιο — βρεγματικός — πενηντάρης — διαζευγνύομαι — θυγάτηρ — απρόκοφτος — ωραίο — γαμπρίζω — μπατζανάκαινα |
|||