|
το ящерица (разновидность) #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово ящерица? — μολυντήρι как с (ново)греческого переводится слово μολυντήρι? — ящерица — ακαύλωτος — εξωσκελετός — ευπρεπίζω — ψυχοσωματικά — καμπτός — γυφτοφάσουλα — αργυρούχος — τραπεζοκρατία — δώ — αγροχημικός — τετράπαχος — γρούζω — κουτσονούρης — ανόστεος — ανταγιάντιστος — απομυξίζομαι — εργατιστής — εξήκοντα — κανακάρισσα — κακίστρα — απαγωγέας |
|||