|
#(ново)греческий словарь как с (ново)греческого переводится слово ξενόφερτος? — — βινιέττα — αυτογένεσις — ψυχογένεια — χορογραφώ — στενόψυχος — ριζικώς — ενθάπτω — γνάφω — αναλυτικότερος — επίστεγο — ζαλεύω — εξουθενίζω — ανεξερεύνητος — οικοδόμος — ξάφνιασμα — βέλασμα — αχτινογράφημα — διαμερίζω — μετανιώνω — ακινδύνως — εννεύρωσις |
|||