ξενόφερτος

формы словаβ
ξενόφερτος



#(ново)греческий словарь



как с (ново)греческого переводится слово ξενόφερτος? —


βινιέττααυτογένεσιςψυχογένειαχορογραφώστενόψυχοςριζικώςενθάπτωγνάφωαναλυτικότεροςεπίστεγοζαλεύωεξουθενίζωανεξερεύνητοςοικοδόμοςξάφνιασμαβέλασμααχτινογράφημαδιαμερίζωμετανιώνωακινδύνωςεννεύρωσις




        греческий словарь 2009-2016 © Разработка и поддержка сайта - LingvoKit