|
косточка (вишни, черешни) #(ново)греческий словарь как с (ново)греческого переводится слово πετρούλα? — — ακτήμονας — ιδιωτισμός — αντιπειθαρχικός — παραδρομή — αντωνυμικώς — βέρτζιλος — κολλητικός — θεσσαλιώτικος — αγγουριά — ενάκανθος — σακχαρίνη — χονδρώδης — φημολογούμαι — ξεσκέπασμα — εντορμώ — εύτορνος — ξεκρεμάζω — απαιτούμαι — αντικυβερνητικός — ημερότητα — εντομοκτόνο |
|||