Новогреческий словарь
εγκοπίς
εγκοπίς
(-ίδος) η
аршин
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как на
(ново)греческом
будет слово
аршин
? —
εγκοπίς
как с
(ново)греческого
переводится слово
εγκοπίς
? — аршин
#
(ново)греческий словарь
—
μειοδοτικός
—
τεταγμένη
—
αποστάζω
—
προσηλωμένος
—
χιλιοειπωμένος
—
μάνιασμα
—
όντως
—
Κατοχή
—
γκαφαδόρος
—
γυψουργία
—
χαίρομαι
—
μετρητικός
—
περηφανεύομαι
—
ζεμπερέκι
—
αντικομμουνίστρια
—
βαρελοσανίδα
—
διάτηξις
—
σελίδα
—
ερεβινθώδης
—
νερόσκυλλο
—
εικοτολογώ
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве