|
#(ново)греческий словарь как с (ново)греческого переводится слово παστρικοχέρης? — — τροχάδην — δεινοπάθησις — σχολάω — νεκροπομπός — κηραλοιφή — πολύγαμος — πολυακόρεστος — ομοιο- — συνεχίζω — ευχαριστιέμαι — μάγμα — μπλαβίζω — λεβέντικος — ίσταμαι — βουτυρίλα — εκπρόθεσμα — χειροκίνητος — μαυράκι — χολερίνη — εφόρμηση — αυτοκατευθυνόμενος |
|||