|
#(ново)греческий словарь как с (ново)греческого переводится слово κατώφλια? — — ανεπιεικής — σφάζω — φαρισαϊσμός — εφιάλτης — ενήφθην — άσφαιρος — κοπρισιά — περιδίνητος — αναμάρτητος — κολοφώνιο — ανάκλαση — εκπίπτω — άκατος — ιερογλυφικός — αιματοποτίζω — εδεμικός — ξεγοφιασμένος — απαρόρμητος — τσιγγούναρος — πανιερότης — πάμπτωχος |
|||