|
το костная мука #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово костная мука? — οστεάλευρο как с (ново)греческого переводится слово οστεάλευρο? — костная мука — αναβάλλεται — ανεμομέτρια — τρύπανο — πριγκίπισσα — αντιπυρηνικός — στρογγυλοπρόσωπη — σμιχτοφρύδα — πανελλήνιος — κυβικότητα — γαϊδουροκυλίστρα — σαφηνίζω — επαναστατικά — κάτι — αυτογνώμων — χολολιθίαση — αντασθματικός — καρυδόκομπος — αερίζω — εντολή — κακοπαντρειά — μαρμαροπελεκητός |
|||